Κάμπερλαντ

Κάμπερλαντ
I
(Cumberland). Οροσειρά της Αγγλίας. Βλ. λ. Κάμπρια.
II
(Cumberland). Οροπέδιο των ΗΠΑ, στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, που αποτελεί τους νοτιοδυτικούς πρόποδες των Απαλαχίων. Το ύψος του, στα ανατολικά, φτάνει τα 1.200 μ. και στα δυτικά τα 500 μ. Το έδαφός του σχηματίζεται από στρώματα ψαμμόλιθου και ασβεστόλιθων και διασχίζεται από τους ποταμούς Τενεσί και Κλιντς, στις κοιλάδες των οποίων αφθονούν τα καρστικά πετρώματα. Το οροπέδιο ονομάστηκε έτσι από τους κατοίκους της Βιρτζίνια το 1748 προς τιμήν του νικητή της μάχης του Κολόντεν, Γουίλιαμ Κάμπερλαντ (βλ. λ.).
III
(Cumberland). Ποταμός (915 χλμ.) των ΗΠΑ, μεγάλος παραπόταμος του Οχάιο, που πηγάζει από τις δυτικές υπώρειες του ομώνυμου οροπεδίου, κοντά στα σύνορα με τη Βιρτζίνια. Ο ποταμός είναι πλωτός για 320 χλμ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Κάμπερλαντ, Γουίλιαμ — (William Augustus Cumberland, Λονδίνο 1721 – 1765). Άγγλος στρατηγός. Ήταν δεύτερος γιος του βασιλιά Γεωργίου B’ και της βασίλισσας Καρολίνας. Έλαβε μέρος ως συνταγματάρχης στη μάχη του Ντέτινγκεν (Γερμανία, 1743), στην οποία νίκησαν οι Άγγλοι… …   Dictionary of Greek

  • Κάμπερλαντ, Ρίτσαρντ — I (Richard Cumberland, Λονδίνο1631 – 1718). Άγγλος φιλόσοφος και ιεράρχης. Φοίτησε στα πανεπιστήμια του Κέιμπριτζ και της Οξφόρδης και αργότερα διετέλεσε επίσκοπος του Πιτερμπάροου. Έγινε γνωστός με το φιλοσοφικό του σύγγραμμα Φιλοσοφική έρευνα… …   Dictionary of Greek

  • Γουέρντζγουερθ, Γουίλιαμ — (William Wordsworth, Κόκερμοθ, Κάμπερλαντ 1770 – Ρίνταλ Μάουντ, Γουεστμόρλαντ 1850). Άγγλος ποιητής. Γεννήθηκε στη γραφική περιοχή των λιμνών και μεγάλωσε στην εξοχή· γι’ αυτό και υπήρξε περισσότερο από κάθε άλλον ο ποιητής της φύσης και της… …   Dictionary of Greek

  • Κεντάκι — (Kentucky). Ομόσπονδη πολιτεία (104.661 τ. χλμ., 4.065.556 κάτ. το 2001) των ΗΠΑ. Βρίσκεται στο κεντροανατολικό τμήμα της χώρας και συνορεύει με τις πολιτείες Οχάιο, Ιντιάνα και Ιλινόις στα Β, Δυτική Βιρτζίνια και Βιρτζίνια στα Α, Τενεσί στα Ν… …   Dictionary of Greek

  • βάριο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ba. Ανήκει στη δεύτερη ομάδα του περιοδικού συστήματος, στην υποομάδα των γεωαλκαλικών μετάλλων, έχει ατομικό αριθμό 56, ατομικό βάρος 137,36 και 7 ισότοπα. Στην κατάσταση καθαρού μετάλλου έχει το χρώμα του αργύρου,… …   Dictionary of Greek

  • Αλεγκάνια ή Αλεγκένι Όρη — (Allegheny).Ζώνη παράλληλων οροσειρών στις ανατολικές ΗΠΑ. Έχουν κατεύθυνση Ν ΝΔ, συνολικό μήκος 800 χλμ. και εκτείνονται στις πολιτείες Πενσιλβάνια, Μέριλαντ, Βιρτζίνια και Δυτική Βιρτζίνια. Το ύψος τους κυμαίνεται από 600 έως 1.472 μ. και… …   Dictionary of Greek

  • Ανόβερο — (Hannover). Πόλη (516.800 κάτ. το 2002) της Γερμανίας, πρωτεύουσα του ομόσπονδου κράτους της Κάτω Σαξονίας. Είναι χτισμένη στον ποταμό Λάινε που εκβάλλει στον Άλερ, παραπόταμο του Βέζερ, σε υψόμετρο 55 μ. Παρότι ανοικοδομήθηκε με σύγχρονο ρυθμό… …   Dictionary of Greek

  • Διαδοχής, πόλεμοι — Τρεις ευρωπαϊκοί πόλεμοι του πρώτου μισού του 18ου αι., που διεξήχθησαν για τη διαδοχή των θρόνων της Ισπανίας, της Πολωνίας και της Αυστρίας. 1. Πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας (1701 13). Ο πόλεμος για τη διαδοχή της Ισπανίας ξέσπασε με… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Μακ Κλέλαν, Τζορτζ Μπρίντον — (George Brinton MacClellan, Φιλαδέλφεια 1826 – Όραντζ, Νιου Τζέρσεϊ 1885). Στρατηγός και πολιτικός των ΗΠΑ. Σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Γουέστ Πόιντ και το 1848 έγινε υπολοχαγός. Το 1852, στον πόλεμο του Μεξικού, προβιβάστηκε σε λοχαγό. Το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”